Ενθάδαι κείται
γράφει ο Mersault μεσάνυχτα |Αηδίες

– Υπέροχη η ψαρόσουπά σας κυρία Σούλα μου.
Είμαι σίγουρος ότι η συγχωρεμένη θα την απολάμβανε ως τη τελευταία κουταλιά.

Τα λόγια του Κωνσταντή με προσγείωσαν στο πένθιμο, πλην διαστροφικά ιλαρό περιβάλλον. Η μητέρα του, τον κοιτούσε σα χαζή.

Υπήρχαν δύο τραπέζια στο καθιστικό: Ένα με τους /ελάχιστους/ συγγενείς του, κυρίως τα πολύ οικεία ξαδέρφια του δηλαδή, τη μουρλέγκω θεία του Μαρίτσα και τη μάνα του.
Στο άλλο καθόμασταν εμείς. Η παρέα. Τους παρατηρούσα όλους και όλες, η πλέον εξέχουσα ετερόκλητη σύμπραξη στην παγκόσμια ιστορία των παρεών.
Πρώτος απ’όλους ο Κωνσταντής. Τερατολόγος. Συστηνόταν ως ο εφευρέτης του γράμματος «Ε», ως συντηρητής έργων Ζέχνης κι ενίοτε ως ο άνθρωπος που απέλυσε τον τζέημς μποντ. Ο συνδετικός μας κρίκος.
Η Πηγή. Από τότε που χώρισε με τον Πρόδρομο, διέδιδε δεξιά – αριστερά ότι το μουνί της εκρέει μια θαυματουργή ουσία, ώστε όποιος της έκανε γλυφομούνι θεραπευόταν από κάθε ίωση. Στα τσακίρ κέφια της, ισχυριζόταν ότι θεράπευε μέχρι και τον καρκίνο. Τη δημοτικότητά της μια φορά, τη θεράπευσε.
Ο Ιωσήφ. Είχε εναλασσόμενους ρόλους, πότε ζόνι, πότε βαποράκι. Κόλλησε με εμάς, διότι όποτε δεν ήταν στα «πάνω» του υποδυόταν άριστα τον ρόλο του πάρτυ άνιμαλ. Συν, του ότι τα «εισιτήρια» του «γραφείου ταξιδιών» του, είναι τα καλύτερα της πιάτσας.
Η Ευθαλία. Ίσως η μόνη αντίζηλος της εκλιπούσας, μιας και είχε πάρει όλη την παρέα, δηλαδή βάλε και την Πηγή μέσα. Πολυπράγμων, ευαίσθητη, αναίσθητη, πρώην πανκιό νυν κοινωνική λειτουργός. Ένα σαρωτικό μυστήριο όμως κατά βάση.
Η άδεια καρέκλα. Εκεί, θα κάθοταν η Αγάπη. Τώρα κάθεται η ανάμνησή της. Η γάτα της δηλαδή, που είχε βαφτίσει «Ανάμνηση» και την είχε χαρίσει στον Κωνσταντή.
Ο Μηνάς. Ο μικρότερος απ’όλους μας. Ηλικιακώς. Πουτσοειδώς μιλώντας, είναι ο μέγιστος.
Σύμφωνα με την Ευθαλία, ο Μηνάς παραλίγο να πεθάνει από πνιγμό πέρσι, λόγω αιμορραγίας. Είχε μπερδευθεί το πουλί του στα πόδια του, σκόνταψε, έσπασε έναν κυνόδοντα κι έχασε κοντά μισό λίτρο αίμα.
Αιώνιος φοιτητής εκ Λαρίσσης ορμώμενος, φιλοξενείται εκ περιτροπής απ’όλους μας, με κάποια παραπάνω προτίμηση όμως στις κοπέλλες. Από τις κοπέλλες.
Κι επίσης, ο μόνος που είχε παρευρεθεί στη χθεσινοβραδυνή, συνεκδοχικά μιλώντας και λίαν επιεικώς, συνερισιά. Ο υπεύθυνος δηλαδή, για την αυτούσια μεταφορά του παρακάτω διαλόγου:

– Που ήσουν Αγάπη μου;
– Δε σου είπα απ’το τηλέφωνο;
– Μου είπες ότι έχεις εξωτερική δουλειά.
– Είσαι καλά;
(Ένα από τα μυστήρια της παρέας. Το συχνάκις «Είσαι καλά;» της Αγάπης. Κανείς ποτέ δεν κατάλαβε αν είναι ψυχαναγκαστικό, από ενδιαφέρον, για να κινήσει το ενδιαφέρον, ή ποιός ξέρει τι. Κανείς. Ποτέ.)
– Είναι εδώ ο Μηνάς;
– Μάλλον.
– Με ποιόν;
(Κάτι τέτοια έλεγαν και πολύ την έβρισκαν ο ένας με την άλλην. Και ανάποδα).
– Αμάν τα βαρετά αστεία σου. Δεν ξέρω Κωστή μου. Δεν πήγα στο δωμάτιο του.
– Έγινε και «δωμάτιό του» τώρα;
– Έχεις νεύρα. Είσαι καλά;
– Εσύ;
– Εσύ;
– Σε παρακολούθησα Αγάπη. Την είχα στήσει από το πρωί έξω απ’τη δουλειά σου. Σε είδα να πηγαίνεις για μπύρες με τον Ερμή και σας ακολούθησα μέχρι τον γαμιστρώνα στη συγγρού. Φαίνεται πως τα ξαναβρήκατε, ε;
(Τα δευτερόλεπτα που ακολούθησαν, διήρκησαν περίπου 35 χρόνια, 7 μήνες και κάτι ψιλά ημέρες).
– Δεν είχες κανένα δικαίωμα να το κάνεις! Δε σε πιστεύω! Δεν …
– Τι «δεν είχα δικαίωμα» γαμώ την πουτάνα μου μέσα; Τι γίνεται, μου λες;
Πώς μπορείς να …
(Κλάμματα. Δάκρυα. Νιαγάρας. Και βάλε. Κι οι δυο).
– Δεν μπορώ άλλο τα ίδια Κωνσταντή. Κουράστηκα. Κου – ρά – στη – κα.
Τόσες φορές τα έχουμε πει. Δεν ξέρω πως γίνεται. Σας αγαπώ και τους δυο. Άρα γίνεται. Άρα άντε γαμήσου. Γιατί εμένα με γάμησες. Δε με γάμησε ο Ερμής, εσύ με γάμησες με τις παρακολουθήσεις και τις μαλακίες σου. Φερειπείν.
– Λόγω της ιστορίας με την Ευθαλία το έκανες;
– Δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Κι ούτε πρόκειται ποτέ να καταλάβεις. Δεν έχεις ιδέα.
– Χέσε με Αγάπη.
– Ό,τι σου έχω πει ως τώρα είναι αλήθεια. Ό,τι έχω αισθανθεί για σένα είναι αλήθεια. Μαλάκα.

(Ο υπόλοιπος διάλογος δε σχετίζεται με το νόημα της παρούσης ιστορίας. Ούτε το σεξ που επακολούθησε. Ούτε ο /δίμηνος θ’αποδειχθεί/ χωρισμός τους.
Και στην τελική, τα μόνα πράγματα που έχουν αξία σ’αυτόν τον κόσμο αγαπητέ αναγνώστη, είτε είσαι μικροαστός είτε ο τζέησον ντόνοβαν, είτε σου αρέσει είτε όχι, είτε το καταλαβαίνεις είτε το συναισθάνεσαι, είναι τα εξής:
ο Chet Baker, το κόκκινο κρασί, ο καπνός και η Αγάπη. Ξέρεις ποια
).

Φασαρία στο δωμάτιο, «Να ζήσουμε να τη θυμόμαστε», γέλια με δάκρυα παρέα. Είχα αφαιρεθεί πάλι. Ο Κωνσταντής με σκούντηξε: «Θα έρθεις μαζί μας ρε;»
Εντάξει, η έξοδος με τα παιδιά δεν είναι μια υποχρέωση. Είχαμε και καιρό να βγούμε όλοι μαζί σε μπαράκι.
Και τέλοσπάντων, να πάει να γαμηθεί το πρωινό ξύπνημα, θα του κάνω το χατήρι.

Εξάλλου, σήμερα το πρωί έθαψε την αξιοπρέπειά του. Δεν το δικαιούται;

Δεν επιτρέπονται σχόλια.