Frustration blues
γράφει ο Mersault μεσάνυχτα |Φως διαλυμένου φεγγαριού

Σε κλαψομούνικη αργκό, θα έγραφα ότι «φαίνεται πως η ανακωχή μεταξύ εμένα και του ύπνου τέλειωσε».

Είναι νωρίς να το συμπεράνω βεβαίως, αλλά το ξέρω αυτό το συναίσθημα, όπως ξέρω και το ότι προβλέπω το μέλλον προκειμένου να το κάνω οικείο, προκειμένου να το εγκολπώσω.
Εν τω μεταξύ και κατά τη σχεδονυπνική μου δραστηριότητα περνάνε χιλιάδες ιδέες μέσα απ’το κεφάλι μου, ιδέες που κάποιος παραμυθάς ή ένας τερατολόγος θα αξιοπούσε και θα τις έβαζε υπό τη μορφή των λέξεων σε κάποιο εκμαγείο τόσο συνεκτικό, όσο χρειάζεται για το «απευθύνεσθαι» να ορθώσει το παράστημά του και ν” ανταμώσει τις αποδέκτες αυτής της ιστορίας της οποίας δεν μου επιτρέπεται να γράψω ούτε «».
Ιδέες.

Δισεκατομμύρια ιδέες με παιδεύουν, αλήθειες που παίζουν μαζί μου κρυφτό
μπροστά σ’αόρατα μάτια που ελέγχουν, ποιες τελικά απ’όλες θα βρω

Το αποτύπωμά των, θα μπορούσε να συγκριθεί με πινελιά από χέρι ερωτευμένου, με σφαίρα από πιστόλι ποιητή ή με το ρεφρέν του poison heart των ramones.
Η σύστασή τους δε, αποτελείται από 15% ματαίωση, 20% σκεδασμό, 15% ακαταληψία, 10% ακηδία και 40% απουσία από το μέλλον σου.
Έχω πολύ απτά ξεκάθαρο το συναίσθημά τους εντός μου, βλέπεις. Ο ύπνος όμως, ή για να ακριβολογώ η απουσία του, τις στερεί από το αντιληπτό, τις εγκλωβίζει στα βλέφαρα αποκόπτωντας το δρόμο μεταξύ των νευρώνων, σε μια φυλακή τσίνορα – σύνορα.
Εξ ου και η γεύση των βλεφάρων μου, ένα σόλο από μπλουζ των οποίων δε δείχνεις την παραμικρή ευμένεια – και δε χρειάζεται καν συννεφάκι πάνω από το κεφάλι σου για να το καταλάβω.

Κι είμαι στριμωγμένος, ανάμεσα, σε βλέμματα και τοίχους,
παντοτινά, χαμένος – στις μαύρες τρύπες του ανώνυμου πλήθους

Τι να καταλάβω δηλαδή; Η «μια και μοναχική φορά» αρκούσε. Είμαι τόσο λυπημένος.
Και θυμωμένος:
Που ο μορφέας μου δείχνει την πόρτα προς τα έξω. Που οι archive έβγαλαν στίχο «you’re killing me again». Που έχει περισσότερη συννεφιά απ’όσο θα μπορούσα να αντέξω. Και που δεν ξέρω τι να το κάνω το παιχνίδι που μου έδωσες.

Δισεκατομμύρια γνώμες με ζαλίζουν, φοβάμαι πως στο τέλος κι εγώ θα χαθώ
μαζί μ’αυτούς που γύρω μου συνέχεια γυρίζουν, σ’ένα ανόητο ατέλειωτο χορό

Υστεριόγραφο,
κι όπως λέει κι αυτός ο οικείος μου μύθος, «Πίτα (ολόκληρη) – σκύλος (χορτάτος) : Σημειώσατε άσσο.»

Σ’αυτό το κείμενο έπαιξε (όπως τα παίζει κι ο συγγραφέας του) το «Στριμωγμένος» των Τρυπών.

Χρειάζεται και λόγος;

Δεν επιτρέπονται σχόλια.